Η ονομασία του νησιού
Οι αρχαίοι συγγραφείς αναφέρουν διάφορα ονόματα για το νησί, όπως Μεταποντίς, Αίγλη, Έλκουσα αλλά αυτό που επικράτησε είναι το όνομα Σύμη για το οποίο γίνεται μνεία και στην Ιλιάδα. Σύμφωνα με τον Διόδωρο ο Ποσειδώνας απέκτησε με το μυθικό πρόσωπο της Σύμης τον Χθόνιο, αρχηγό των πρώτων κατοίκων του νησιού.
Σύμφωνα με άλλη εκδοχή, ένας μικρότερος θεός ο Γλαύκος κλέβει την κόρη του Ιαλυσού την φέρνει στο νησί και έτσι αυτό παίρνει το όνομα του. Ο Γλαύκος ασχολείται με όλες τις θαλασσινές τέχνες όπως το κολύμπι, την κατάδυση, το ψάρεμα και την ναυπηγική, λέγεται ότι αργότερα κατασκεύασε το πλοίο της Αργοναυτικής εκστρατείας την Αργώ.
Ο Τρωικός πόλεμος και ο Νηρέας
Στον κατάλογο των πλοίων της Ιλιάδας υπάρχει η αναφορά από τον Όμηρο για την συμμετοχή του βασιλιά Νηρέα από την Σύμη, που οδήγησε τρία καράβια μαζί με τους άλλους Αχαιούς στην Τροία. Ήτανε λέει ο πιο όμορφος άντρας από όλους εκτός βέβαια από τον Αχιλλέα. Σκοτώθηκε στην Τροία και δεν ξαναγύρισε στο νησί.
Ιστορικά χρόνια
Το νησί μετά τον 11ο αι. π. Χ. κατοικήθηκε από τους Δωριείς και συμμετείχε αργότερα στην Δωρική Εξάπολη μαζί με την Κάμιρο, την Λίνδο, την Ιαλυσό, την Κω την Κνίδο και την Αλικαρνασσό. Στην ναυμαχία της Σαλαμίνας υποχρεώθηκε να πολεμήσει όπως και άλλες ελληνικές πόλεις στο πλάι των Περσών. Μετά όμως από την ήττα του Ξέρξη παίρνει μέρος στην Αθηναϊκή Συμμαχία και χρησιμεύει ως σταθμός της στρατιωτικής τους δύναμης.
Σε ναυμαχία στην περιοχή ανάμεσα στην Σύμη και την Κνίδο, οι Σπαρτιάτες νίκησαν τους Αθηναίους και έστησαν τρόπαιο στο νησί από το οποίο τμήματα σώζονται στο χωριό. Μέχρι σήμερα δεν έχουν βρεθεί νομίσματα της Σύμης (απόδειξη της ανεξαρτησίας μίας αρχαίας πόλης) παρά μόνο αττικά.
Βυζαντινά χρόνια
Μετά τον χωρισμό της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας σε δυτική και ανατολική, η Σύμη ανήκει στο ανατολικό τμήμα που εξελίχθηκε στην Βυζαντινή αυτοκρατορία. Οι φημισμένοι ναυπηγοί του νησιού κατασκευάζουν τους βυζαντινούς δρόμωνες και οι ναυτικοί τους επανδρώνουν. Μετά την πρώτη άλωση της Κωνσταντινούπολης ο διοικητής της Ρόδου Λέων Γαβαλάς ανακηρύχθηκε Καίσαρας και σχημάτισε δικό του κράτος με έδρα τη Ρόδο, όπου άνηκε και η Σύμη. Μετά από περιπέτειες, αφού πέρασαν και Γενουάτες πειρατές ως κυρίαρχοι, η Σύμη θα επιστρέψει στην Βυζαντινή αυτοκρατορία.
Η Ιπποτική περίοδος
Το 1309 οι Ιππότες του Αγίου Ιωάννη με τον Μεγάλο μάγιστρο Foulques de Villaret κατέλαβαν τη Ρόδο και τα περισσότερα νησιά που ανήκουν σήμερα στα Δωδεκάνησα. Η Σύμη παρέμεινε αυτόνομη, οι κάτοικοι συνέχιζαν την ναυπηγική, το εμπόριο και την ναυτιλία. Πλήρωναν μόνο ένα φόρο τον “επιτάφιο” (mortuario) που το 1352 ήταν 500 άσπρα (οθωμανικά ασημένια νομίσματα). Οι Ιππότες έχτισαν κάστρο στην περιοχή της αρχαίας Ακρόπολης, τμήματα του οποίου σώζονται μαζί με οικόσημα των Μ. Μαγίστρων Jacques de Milly, Ferd. Zacosta, Emery d’ Amboise. Τρεις φορές (1460, 1485,1504) οι κάτοικοι της Σύμης και οι Ιππότες απέκρουσαν τις επιθέσεις των Τούρκων.
Οθωμανική περίοδος
Μετά την κατάκτηση της Ρόδου το 1522, οι κάτοικοι και οι Ιππότες συνθηκολογούν με τους Οθωμανούς Τούρκους αφού πρώτα εξασφάλισαν σημαντικά προνόμια για το νησί. Σύμφωνα με το φιρμάνι του Σουλεϊμάν του μεγαλοπρεπή θα πλήρωναν έναν ετήσιο χρηματικό ποσό που λεγόταν “μακτού” και απαλλάσσονταν από κάθε άλλο φόρο. Το 1755 με φιρμάνι του Οσμάν Γ’, ο ετήσιος φόρος καθορίστηκε στα 60.000 άσπρα (ασημένια νομίσματα των Οθωμανών).
Σύμφωνα με την παράδοση οι Συμιακοί εξασφάλισαν τα προνόμια προσφέροντας στον σουλτάνο ψωμί και άλλα τοπικά προϊόντα. Επίσης η Δημογεροντία πλήρωνε 300 γρόσια κάθε μήνα στον Οθωμανό Μουδίρη -έναν κατώτερο αξιωματούχο- που δεν είχε καμιά αρμοδιότητα αλλά συμβόλιζε την οθωμανική κυριαρχία στο νησί. Πλήρωναν επίσης 10.000 φιορίνια στους Βενετούς για να τους προστατεύουν από τις επιδρομές των Πειρατών. Όταν καταλήφθηκε όμως η Κρήτη από τους Τούρκους, η Σύμη έμεινε ανυπεράσπιστη και οι κάτοικοι περιορίζονται στον χώρο του χωριού.
Το νησί είχε αυτονομία και αυτοδιοίκηση, όλες τις εξουσίες ασκούσαν οι τοπικοί άρχοντες , οι δημογέροντες που ήταν δώδεκα και εκλέγονταν κάθε χρόνο σε δημόσιες συγκεντρώσεις. Το λιμάνι της Σύμης είχε κηρυχθεί ελεύθερο, οι Συμιακοί ξεχωρίζουν ως ναυτικοί, ψαράδες και δύτες σφουγγαριών, τα καράβια τους θεωρούνται ασυναγώνιστα στην ταχύτητα.
Ελληνική Επανάσταση του 1821 και η δεύτερη Οθωμανική περίοδος
Πριν την επανάσταση του 1821 οι Συμιακοί ευημερούν και ζουν αυτοί και οι γυναίκες τους με ανέσεις. Ήλθαν σε επαφή με τους επαναστατημένους Έλληνες και τους βοήθησαν με μεγάλα χρηματικά ποσά. Η Σύμη περιλήφθηκε και στο αρχικό διοικητικό σύστημα το 1823 και αργότερα το 1828 με διάταγμα του Ιωάννη Καποδίστρια Με το πρωτόκολλο του Λονδίνου όμως το 1830 η Σύμη και τα Δωδεκάνησα έμειναν έξω από τα όρια του νέου Ελληνικού κράτους.
Με αφορμή την συμμετοχή της Σύμης στην επανάσταση, οι Οθωμανοί θα ανεβάσουν τον φόρο στα 45.000 γρόσια, καταργούν την ελευθερία του λιμανιού και εγκαθιστούν Τελωνείο. Παρά τις αντιξοότητες οι ανάπτυξη του νησιού θα συνεχιστεί, χτίζονται αρχοντικά με πολλούς ορόφους, πλούσια διακοσμημένες εκκλησίες, μοναστήρια όπως του Πανορμίτη και του Ρουκουνιώτη αναπτύσσονται. Στον Γιαλό και το Χωριό λειτουργούν πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια σχολεία, ιδρύεται κοινοτικό Φαρμακείο και υπάρχει κοινοτική ιατρική και φαρμακευτική περίθαλψη για τους κατοίκους.
Σημαντική είναι η ανάπτυξη της σπογγαλιείας ή οποία πλέον γίνεται από το 1863 και με το σκάφανδρο.
Ιταλική περίοδος και β’ παγκόσμιος πόλεμος
Στη διάρκεια του πολέμου ανάμεσα στους Οθωμανούς και τους Ιταλούς για την Τρίπολη και την Κυρηναϊκή, σημερινή Λιβύη, το 1912 στις 12 Μαΐου, οι Ιταλοί καταλαμβάνουν την Σύμη όπως και τα υπόλοιπα Δωδεκάνησα. Η περίοδος αυτή είναι δύσκολη για τους Συμιακούς που χάνουν τα εδάφη που καλλιεργούσαν στην Μικρά Ασία, ενώ το κέντρο του εμπορίου μετατοπίζεται πλέον στην Ρόδο.
Άλλη αιτία παρακμής του νησιού, ήταν η αντικατάσταση των ιστιοφόρων πλοίων με μεγαλύτερα και πιο γρήγορα ατμόπλοια. Επίσης η σπογγαλιεία συρρικνώθηκε. Πολλοί κάτοικοι του νησιού αναγκάστηκαν να πάνε στην Ρόδο και άλλοι να μεταναστεύσουν στην Αίγυπτο, την Αμερική και την Αυστραλία. Τα τελευταία χρόνια της Ιταλοκρατίας, οι φασίστες με τον κυβερνήτη Ντε Βέκκι γίνονται πιο σκληροί, απαγορεύουν την ελληνική γλώσσα στα σχολεία και τις δημόσιες υπηρεσίες και θέτουν περιορισμούς στην θρησκεία και άλλους τομείς της καθημερινής ζωής.
Με την έκρηξη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου τα πράγματα έγιναν πιο δύσκολα ακόμη, στην διάρκεια του οποίου πολλοί Συμιακοί συμμετείχαν στο Σύνταγμα Εθελοντών Δωδεκανησίων και στον Ιερό Λόχο. Μετά την συνθηκολόγηση των Ιταλών τον Σεπτέμβριο του 1943, οι Γερμανοί κατέλαβαν ύστερα από δύο προσπάθειες το νησί της Σύμης και μετά από συνεχείς βομβαρδισμούς που κατέστρεψαν πολλά σπίτια στον Γιαλό και το Χωριό.
Στις 24 Σεπτεμβρίου του 1944 προτού εγκαταλείψουν το νησί ανατίναξαν την Παναγιά του Κάστρου και όλη την γύρω περιοχή. Η Σύμη έγινε αμέσως η βάση των επιχειρήσεων των συμμάχων για την απελευθέρωση και των υπόλοιπων νησιών.
Αγγλική Διοίκηση-Απελευθέρωση
Με την λήξη του πολέμου λοιπόν ο Γερμανός Στρατηγός Βάγκενερ ήρθε στην Σύμη όπου υπογράφτηκε το πρωτόκολλο παράδοσης στους συμμάχους που εκπροσωπήθηκαν από τον Ταξίαρχο Μόφφατ,τον Αντισυνταγματάρχη Άκλαντ και τον Διοικητή του Ιερού Λόχου Χρήστου Τσιγάντε. Τα Δωδεκάνησα θα ενωθούν όμως με την υπόλοιπη Ελλάδα στις 7 Μαρτίου του 1948 αφού μεσολάβησε η Βρετανική διοίκηση, μέχρι να αποφασίσουν οι Σύμμαχοι στην σύνοδο τον Φεβρουάριο του 1947 στο Παρίσι και μετά από μεγάλη διπλωματική μάχη, ότι τα νησιά θα δοθούν στην Ελλάδα. Στις 18 Οκτωβρίου 1948 επισκέφτηκαν την Σύμη, το βασιλικό ζεύγος Παύλος και Φρειδερίκη.